Οι ασθενείς μας έχουν συχνά απορίες και είναι απόλυτα φυσιολογικό. Παρακάτω συγκεντρώσαμε τις πιο συχνές ερωτήσεις που ακούμε στο ιατρείο, μαζί με σαφείς απαντήσεις, ώστε να νιώθετε σιγουριά και ασφάλεια.
Αν ο πόνος επιμένει πάνω από 48 ώρες, συνοδεύεται από βούλωμα, έκκριση ή πυρετό, είναι σημαντικό να σας εξετάσει ΩΡΛ. Μια έγκαιρη διάγνωση προλαμβάνει επιπλοκές, όπως ωτίτιδα ή διάτρηση τυμπάνου.
Η συνεχής ρινική συμφόρηση μπορεί να οφείλεται σε αλλεργική ρινίτιδα, στραβό διάφραγμα ή πολύποδες. Αν επιμένει, χρειάζεται εκτίμηση για να εντοπιστεί η αιτία και να προταθεί η κατάλληλη θεραπεία.
Το ροχαλητό είναι ένα συχνό φαινόμενο, αλλά μπορεί να υποκρύπτει υπνική άπνοια. Ο ΩΡΛ πραγματοποιεί πλήρη έλεγχο και, όπου χρειάζεται, παραπέμπει για μελέτη ύπνου και εξατομικευμένη αντιμετώπιση.
Ναι, στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει αντιμετώπιση. Με ειδικές δοκιμασίες και ασκήσεις επαναφοράς, ο ΩΡΛ μπορεί να εντοπίσει την αιτία και να επαναφέρει την ισορροπία σας αποτελεσματικά.
Ξεκινά με φαρμακευτική αγωγή. Αν τα συμπτώματα επιμένουν, η ενδοσκοπική χειρουργική ρινός (FESS) μπορεί να δώσει οριστική λύση, αποκαθιστώντας τη σωστή ροή του αέρα και τη φυσιολογική λειτουργία των κόλπων.
Συνιστάται ένας πρώτος έλεγχος γύρω στα 3–4 χρόνια, ή νωρίτερα αν υπάρχει συχνό βούλωμα αυτιών, ροχαλητό, ή επαναλαμβανόμενες ωτίτιδες. Ο πρώιμος έλεγχος βοηθά να εντοπιστούν προβλήματα ακοής ή αναπνοής πριν επηρεάσουν την ομιλία ή την ανάπτυξη.
Αν το παιδί έχει συχνές αμυγδαλίτιδες, ροχαλητό ή δυσκολία στην αναπνοή, ο ΩΡΛ θα αξιολογήσει αν η αφαίρεση είναι η καλύτερη λύση. Οι επεμβάσεις αυτές είναι ασφαλείς και βελτιώνουν θεαματικά την ποιότητα ύπνου και ζωής του παιδιού.
Ναι. Οι μπατονέτες μπορεί να τραυματίσουν το αυτί ή να σπρώξουν το κερί πιο βαθιά. Ο καθαρισμός πρέπει να γίνεται εξωτερικά ή, αν υπάρχει βύσμα, από τον ΩΡΛ με ειδικό εξοπλισμό.
Η παιδο-ΩΡΛ εξέταση είναι ήπια και προσαρμοσμένη στην ηλικία του παιδιού. Ο γιατρός εξηγεί κάθε βήμα με ήρεμο τρόπο, ώστε το παιδί να νιώσει ασφάλεια και εμπιστοσύνη. Η δική σας θετική στάση βοηθά πολύ.
Για ενήλικες, ένας έλεγχος κάθε 1-2 χρόνια είναι επαρκής, εκτός αν υπάρχουν συμπτώματα. Για παιδιά, συνιστάται έλεγχος σε κάθε στάδιο ανάπτυξης, ώστε να διασφαλιστεί η φυσιολογική ακοή και αναπνοή.